Του Δημήτρη Ψαρρά για την ΕΦΣΥΝ
Ξάφνιασε ακόμα και τους πιο καλοπροαίρετους τηλεθεατές με τη συνέντευξή του στον Αλέξη Παπαχελά ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος.
Λίγες μόνο μέρες μετά τη δήλωσή του έξω από το Μαξίμου ότι «λύθηκαν οι παρεξηγήσεις με την κυβέρνηση», ο αρχιεπίσκοπος εμφανίστηκε να υιοθετεί τις πιο ακραίες συντηρητικές θέσεις μητροπολιτών από τους οποίους μέχρι τώρα επιχειρούσε να διαφοροποιηθεί και άρχισε να μιμείται τον προκάτοχό του, χωρίς δυστυχώς να διαθέτει τη λάμψη και την ευστροφία εκείνου.
Η πρώτη ερμηνεία αυτής της θεαματικής μεταστροφής είναι βέβαια ότι ο κ. Ιερώνυμος επιχειρεί να αποστασιοποιηθεί από τον πρωθυπουργό, με τον οποίο έως πρόσφατα διατηρούσε εξαιρετικά καλές σχέσεις, και στρώνει το έδαφος για το ενδεχόμενο μιας αλλαγής στην κυβέρνηση, όταν επιστρέψει δηλαδή στην εξουσία η «Δεξιά του Κυρίου», που έλεγε και ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος.
Ομως με την ωμή κάλυψη ακόμα και του χουντικού Αμβρόσιου αλλά και την ευθεία υιοθέτηση των ανατριχιαστικών συνθημάτων της Χρυσής Αυγής («βοήθεια μόνο σε Ελληνες», αν όχι «μόνο σε χριστιανούς»), ο κ. Ιερώνυμος δεν διαχωρίζεται μόνο από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον πρωθυπουργό, αλλά και από κάθε σύγχρονη ευρωπαϊκή αντιμετώπιση των προβλημάτων.
Και βέβαια, σ’ αυτό το πλαίσιο, οι επιθέσεις στον κ. Φίλη είναι απλώς συμβολικού χαρακτήρα. Ο κ. Ιερώνυμος δεν έχει πρόβλημα με τον υπουργό Παιδείας, αλλά με το σύνολο μιας κυβέρνησης, η οποία δεν είναι διατεθειμένη να απεμπολήσει το παλιό αίτημα της αποδέσμευσης της Πολιτείας από τη χειραγώγηση της Εκκλησίας.
Αλλά και η αποκάλυψη των κρυφών εξομολογήσεων του κ. Καμμένου, τον οποίο εμφάνισε να του απευθύνεται δακρυσμένος, λέγοντας «αν μου πείτε, Μακαριότατε, εγώ ρίχνω την κυβέρνηση αύριο το πρωί», στην ουσία έκοψε τη συνεννόηση ακόμα και με τους Ανεξάρτητους Ελληνες.
Οσοι -και ανάμεσά τους το ΚΚΕ- εντόπισαν στην ομιλία του Ιερώνυμου στην Ιεραρχία πριν από ένα μήνα τον αγοραίο αντικομμουνισμό παλαιάς κοπής, δεν διέκριναν ότι στην ίδια φράση, την οποία αντέγραψε από τον μητροπολίτη Πειραιώς Σεραφείμ, ο αρχιεπίσκοπος κήρυττε έναν νέο διμέτωπο αγώνα:
«Τα κόμματα της Αριστεράς με τη γνωστή φιλοσοφικοκοινωνική βιοκοσμοθεωρίατου κομμουνιστικού κοσμοειδώλου, όπως γνώρισε τον χωρισμό αυτό ο καταρρεύσας υπαρκτός σοσιαλισμός στο ανατολικό μπλοκ που στην ουσία ήταν διωγμός της θρησκευτικής πίστεως, ελαύνονται από αποτυχημένα αθεϊστικά ιδεολογήματα και συναντώνται με τα υπόλοιπα κόμματα του νεοφιλελεύθερου χώρου κάτω από τις ντιρεκτίβες της Νέας Εποχής και της Νέας Τάξεως».
Ο αρχιεπίσκοπος, δηλαδή, βάζει στο ίδιο «αντιεκκλησιαστικό» καζάνι κομμουνιστές και νεοφιλελεύθερους. Οσο κι αν μοιάζει λοιπόν παράδοξο, οι ακρότητες του κ. Ιερώνυμου στην προχτεσινή συνέντευξή του απευθύνονταν κυρίως στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και όχι τόσο στον πρωθυπουργό.
Πού «παραστρατεί»
Είναι γεγονός ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο μόνο ζήτημα που φαίνεται να ακολουθεί ήπια αντιπολιτευτική γραμμή είναι ακριβώς το ζήτημα των σχέσεων Πολιτείας και Εκκλησίας.
Ακόμα και για το υποτιθέμενο κεντρικό ζήτημα των ημερών, την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του μαθήματος των θρησκευτικών, ο κ. Μητσοτάκης είχε πει σε καλοκαιρινή συνέντευξή του στον Νίκο Χατζηνικολάου ότι «δεν νομίζω ότι το μάθημα υπηρετείται με τον καλύτερο τρόπο, με τον τρόπο που διδάσκονται τα Θρησκευτικά. Θα ήθελα άλλου είδους Θρησκευτικά».
Και σε συνάντησή του με τον κ. Τσίπρα στο Μαξίμου, με θέμα τη συνταγματική αναθεώρηση, ο κ. Μητσοτάκης δεν δίστασε να προτείνει μια προκλητική συμφωνία.
Οταν ο πρωθυπουργός του επισήμανε ότι για τη Ν.Δ. είναι ταμπού το ζήτημα του χωρισμού Κράτους και Εκκλησίας, εκείνος του αντέτεινε ότι ανάλογο ταμπού έχει η Αριστερά με τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια. Και ο κ. Μητσοτάκης πέταξε το γάντι:
«Ψήφισε εσύ το άρθρο 16 [για τα ΑΕΙ] και θα ψηφίσω εγώ το άρθρο 3 [για την Εκκλησία]».
Αυτά όλα τα γνωρίζει ο αρχιεπίσκοπος.
Γνωρίζει επίσης ότι σύμβουλος του κ. Μητσοτάκη σε αυτά τα ζητήματα είναι ο λέκτορας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Γιάννης Κτιστάκις, ένας από τους πιο γνωστούς υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με συμβολή στην αναγνώριση των δικαιωμάτων προσφύγων και μεταναστών, καθώς και στην αναθεώρηση του αναχρονιστικού δικαίου για την ιθαγένεια.
Γνωρίζει επίσης ότι ο κ. Μητσοτάκης είναι από εκείνους που υπερψήφισαν τη ρύθμιση για το «σύμφωνο συμβίωσης», ενώ είναι γνωστό ότι υπό την αρχηγία του η Ν.Δ. τάχθηκε υπέρ της δημιουργίας τεμένους στον Βοτανικό. Μόνο η Χρυσή Αυγή τάχθηκε συνολικά εναντίον της ανέγερσης, ενώ οι Ανεξάρτητοι Ελληνες καταψήφισαν τη χωροθέτησή του στον Βοτανικό.
Απέναντι σ’ αυτές τις θέσεις του κ. Μητσοτάκη, είναι σαφές ότι ο κ. Ιερώνυμος επιχειρεί να εκφράσει τις πιο συντηρητικές πτέρυγες της Ν.Δ. και τα ποικίλα μορφώματα της Ακροδεξιάς. Εδώ δεν πρόκειται για υπεράσπιση παλιών θέσεων της Εκκλησίας, αλλά για προκλητική υπαναχώρηση από θέσεις που είχε διατυπώσει ο ίδιος ο αρχιεπίσκοπος πριν από λίγους μήνες.
Υπαναχώρηση
Τώρα αποφάσισε να καταγγείλει ότι «όλα κατακρημνίζονται στο ζήτημα των σχέσεων», εννοώντας βέβαια το ζήτημα του συμφώνου συμβίωσης, καθώς και να αναθεωρήσει τη θετική άποψη που είχε καταθέσει για την ανέγερση τεμένους και ο Χριστόδουλος:
«Ο μακαρίτης ο αρχιεπίσκοπος το είχε δεχτεί αυτό. Και εγώ όταν ήρθα είπα ναι, τώρα όμως δεν είναι καιρός για τέτοια πράγματα. Θα μπορούσε να αναβληθεί, έως ότου να ξεκαθαρίσει το θέμα των μουσουλμάνων».
Η υπαναχώρηση του κ. Ιερώνυμου έφτασε μέχρι το σημείο να ξαναθέσει υπό συζήτηση τη λειτουργία των εκκλησιαστικών λυκείων, στην οποία είχε ο ίδιος συμφωνήσει.
Βέβαια όλα αυτά μπορεί να τα λέει στην (αριστερή) νύφη για να τ’ ακούει η (δεξιά) πεθερά, αλλά η μόνιμη επωδός σε όλες τις αναλύσεις του κ. Ιερωνύμου είναι η εξασφάλιση της οικονομικής ευρωστίας της Εκκλησίας. Και σ’ αυτό το ζήτημα όλοι οι μητροπολίτες φαίνεται ότι τον ακολουθούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου